Γιώργος Κοντογιώργης
Όλες οι θεωρίες του πολέμου και της ειρήνης λαμβάνουν ως δεδομένη την κρατοκεντρική συγκρότηση της ανθρωπότητας. Με τον όρο κρατοκεντρισμός ορίζουμε την προσέγγιση του συνόλου κοσμοσυστήματος ως του αθροίσματος των πολιτικά συγκροτημένων (ή κρατικών) κοινωνιών που συνυπάρχουν στο εσωτερικό του και εν προκειμένω στον πλανήτη γη.
των κοινωνιών που συνυπάρχουν στον πλανήτη γη. Εκτιμάται δηλαδή ότι η δομή αυτή του κοσμοσυστήματος είναι οριστική, έτσι ήταν ανέκαθεν και, επομένως, θα είναι ανεξέλικτη και στο μέλλον. Απόρροια του γεγονότος αυτού είναι και η επιλογή της νεοτερικής επιστήμης να μη συνδέει το ζήτημα του πολέμου και της ειρήνης με το είδος και, κατ’επέκταση, με την τυπολογία των κοινωνιών παρά μόνο με τη μορφολογία των πολιτευμάτων που απαντώνται στην εποχή μας.
Εντούτοις, το ερώτημα της εξελιξιμότητας ή μη της κρατοκεντρική δομής το κόσμου παραμένει ανοιχτό, όπως ακριβώς και οι φάσεις του ενγένει κοσμοσυστήματος, καθώς από αυτές εξαρτάται το αντικείμενο του πολέμου ή το κοινωνικό πλαίσιο της ειρήνης.
Συμπέρασμα
Το διακύβευμα του πολέμου και της ειρήνης σε ό,τι αφορά στο ανθρωποκεντρικό κοσμοσύστημα συναρτάται με τον βαθμό της ολοκλήρωσής του. Αποτελεί συγκεκριμένα φαινόμενο που απαντάται στην κρατοκεντρική του φάση, ενώ κατά την μετα-κρατοκεντρική ή οικουμενική του περίοδο ο πόλεμος εξορίζεται πέραν των συνόρων της κοσμόπολης.
Στο πλαίσιο του κρατοκεντρισμού, ο πόλεμος επιβεβαιώνει τον περιορισμένο ορίζοντα του ανθρωποκεντρικού του αναπτύγματος. Όντως, η ανθρωποκεντρική ολοκλήρωση κατά την κρατοκεντρική περίοδο εστιάζεται στο εσωτερικό της θεμελιώδους κοινωνίας (του κράτους). Από την άλλη, ο πόλεμος αποβαίνει ολοένα και περισσότερο επιχείρημα της πολιτικής σχέσης όσο οι οικείες κοινωνίες οδεύουν προς τη δημοκρατία. Η ανθρωποκεντρική ολοκλήρωση δημιουργεί μεγαλύτερες ανάγκες και, ως εκ τούτου, η στενότητα των αγαθών βαθαίνει το ρήγμα των αντιθέσεων και, περαιτέρω, την προσφυγή στη βία για την απόκτησή τους.
Συγχρόνως, το αντικείμενο του πολέμου αλλάζει αναλόγως με την φάση που διέρχεται το δεσποτικό ή το ανθρωποκεντρικό κοσμοσύστημα. Η παρακολούθηση της αιτιολογίας των πολέμων κατά την περίοδο της μετάβασης από τη δεσποτεία στον ανθρωποκεντρισμό και, προφανώς, κατά τη φάση της εδραίωσης της πρωτο-ανθρωποκεντρικής εποχής στον νεότερο ευρωπαϊκό χώρο, επιβεβαιώνει με εύγλωττο τρόπο την επισήμανση αυτή.
Σε κάθε περίπτωση, το διακύβευμα του πολέμου και της ειρήνης συναρτάται με τον τρόπο πρόσληψης της πολιτικής ως φαινομένου. Η πολιτική ως δύναμη που μαρτυρεί ο πρώιμος ανθρωποκεντρισμός, προσιδιάζει στη δεσποτεία, εν αντιθέσει προς την πολιτική εντός του ανθρωποκεντρικού κράτους που προσλαμβάνεται ως εξουσία (στην προ-αντιπροσωπευτική και εν μέρει στην αντιπροσωπευτική φάση) και εν τέλει ως πεδίο άσκησης της ελευθερίας (στη δημοκρατία). Στην οικουμενική κοσμόπολη, η πολιτική προσαρμόζεται στο διατακτικό της διαπολιτειακής ανθρωποκεντρικής εμπειρίας με αποτέλεσμα το πρόσημό της να αναφέρεται ανάλογα στη δομημένη εξουσιαστικά ή με όρους πολιτικής, ελευθερίας όχι όμως στη δύναμη.
Κατά τούτο, οι θεωρίες της νεοτερικότητας στο μέτρο που εμπνέονται μονοσήμαντα από τον περιορισμένο ορίζοντα της εποχής της είτε πάσχουν γνωσιολογικά είτε κινούνται απολογητικά προς το ηγεμονικό διατακτικό του κρατοκεντρισμού. Εξού και οι υποθέσεις για την “αιώνια” ή μη ειρήνη συλλαμβάνονται ως ουτοπικές, δηλαδή φύσει ανεδαφικές και, ως εκ τούτου, ανέφικτες. Αποδίδουν επιθυμίες ή διανοητικές κατασκευές, όχι όμως και μια πραγματολογική προσδοκία που να απορρέει από την κοσμοσυστημική γνωσιολογία.
[1] Στο Estudos do seculo XX, (Les crises du XΧeme siècle), n. 10, Coimbra, Imprensa da Universidade de Coimbra, 2010.
[2] Ενδεικτικά αναφέρουμε ορισμένους κλασικούς συγγραφείς, όπως τους C.v. Clausewitz, R. Aron,H. Arent, C.Castoriadis etc. Ο Clausewitz, Carl Von (1976, rev.1984). On War. edited and translated by Michael Howard and Peter Paret. Princeton: Princeton University) ορίζει τον πόλεμο ως πράξη βίας που αποσκοπεί στον εξαναγκασμό του αντιπάλου να υποκύψει στην θέλησή μας”. Αλλού θα υπογραμμίσει ότι ο πόλεμος είναι πράξη εξαναγκασμού και, επομένως, αποστέρησης ελευθερίας, ενώ δεν παραλείπει να διακρίνει επίσης τους ανατρεπτικούς πολέμους που αποβλέπουν στην ελευθερία. Διευκρινίζεται εν προκειμένω ότι ο Εμφύλιος πόλεμος αποτελεί το σημείο ρήξης του εσωτερικού συστήματος που οδηγεί στην αντιμετώπιση της ενδοκοινωνικής πραγματικότητας με τους όρους της κρατοκεντρικής δικαιοταξίας. Το κείμενο αυτό εξετάζει βασικά το ζήτημα του πολέμου και της ειρήνης στο σύνολο κοσμοσύστημα.
[3] Michael Walzer,Just and unjust wars : a moral argument with historical illustrations, Basic Books, New York, 1977; R. Aron, Paix et guerre entre les nations, Paris, Calmann Lévy, 1962; J. B. Elshtain, «Just War Against Terror», Journal of Military Ethics, Volume 4/2005, pages 52 – 59; M.Howard, G.Andreopoulos, M.Shulman, The Laws of War: Constraints of Warfare in the Western World, New Haven, Yale University Press, 1994; P. Deramaix Le poids des armes sur la théorie de la « guerre juste »,[http://membres.lycos.fr/patderam/war2.htm] ; Charles Benjamin, La théorie de la guerre juste face au terrorisme et à la lutte antiterroriste, Centre d’études politiques étrangères et de securité, Université de Montreal, 2007; Jean Colin, Les transformations de la guerre. Une lecture de Colin, Economica, Paris, 1989.
[4] Βλέπε σχετικά την εμπεριστατωμένη ανάλυση του Πα. Κονδύλη, Θεωρία του πολέμου, Αθήνα, Θεμέλιο, 1999. Επίσης, R. Aron, op.cit.; J.P.Schott, Agression, Sicago, 1958;Boulding Elise, Cultures of peace : the hidden side of history, N.Y., Syracuse University Press, 2000; Boulding Kenneth, Conflict and Defense, New York, Harper and Row, 1962; Burton John, Conflict: Resolution and Prevention, New York, St Martin’s Press, 1990; David Charles-Philippe, La guerre et la paix, Approches contemporaines de la sécurité et de la stratégie, Paris, Presses de Sciences Po, 2006; Galtung Johan, Peace by Peaceful Means: Peace and Conflict, Development and Civilization, London, Sage, 1996; Hermann, Margaret G. and Charles W. Kegley, Jr. 1995, “Rethinking Democracy and International Peace: Perspectives From Political Psychology.” International Studies Quarterly (39) 511-533.
[5] Ιδρυτής της θεωρίας για τη “σύγκρουση των πολιτισμών” εμφανίζεται ο Samuel P. Huntington (Le Choc des Civilisations, éd. Odile Jacob, Paris 1999 (édition originale : The Clash of Civilizations ad the Remaking of the World Order, 1993). Εντούτοις, οι ρίζες της είναι βαθιές και ανάγονται στην εποχή της Αναγέννησης και της μετέπειτα μετάβασης της δυτικής Ευρώπης από τη δεσποτεία στον ανθρωποκεντρισμό. Για την αντίκρουση της υπόθεσης αυτής και το αβαθές της γνωσιολογικής της επιχειρηματολογίας, βλέπε G.Contogeorgis, Du Nouvel Ordre International. Samuel Huntington et “le Choc des Civilisations”:“Civilisation religieuse” ou cosmosystème?», in Revista de Historia das Ideias, au Portugal (Coimbra), 2003, σελ. 107-131.
[6] Όπως για παράδειγμα των Kenneth Boulding (οι θεωρίες της “αδιατάρακτης ειρήνης”), Johan Galtung (η θεωρία της “θετικής ειρήνης”), John Burton (η θεωρία των “θεμελιωδών αναγκών”) κλπ. Η βιβλιογραφία που συσχετίζει τη “δημοκρατία” με την ειρήνη είναι άφθονη. Βλέπε ενδεικτικά, Nils Petter Gleditsch and HÅvard Hegre,“Peace and Democracy: Three Levels of Analysis”, Journal of Conflict Resolution 1997, pp. 41, 283; Zeev Maoz, “The Controversy over the Democratic Peace: Rearguard Action or Cracks in the Wall?”International Security, Vol. 22, No. 1. (Summer, 1997), σελ. 162-198; “An Institutional Explanation of the Democratic Peace”,Bruce Bueno de Mesquita; James D. Morrow; Randolph M. Siverson; Alastair SmithThe American Political Science Review, Vol. 93, No. 4. (Dec., 1999), σελ. 791-807; Arvid Raknerud. and Håvard Hegre The Hazard of War: Reassessing the Evidence for the Democratic Peace Journal of Research 1997; 34; 385; Barkawi, Tarak, and Mark Laffey, Democracy, Liberalism, and War: Rethinking The Democratic Peace Debate (Transformations In Politics and Society), Lynne Rienner Publishers (August 1, 2001); Bremer, Stuart A. “Democracy and Militarized Interstate Conflict, 1816-1965.” International Interactions 18 (No. 3, 1993): 231-249; Dixon, William J. 1993. “Democracy and The Management Of International Conflict.” Journal of Conflict Resolution (37:1 March) 42-68; Dixon, William J. 1994. “Democracy and The Peaceful Settlement Of International Conflict.” American Political Science Review (88:1 March) 1-17; Dizerega, Gus. 1995. “Democracies and Peace: The Self-Organizing Foundation For The Democratic Peace.” Review Of Politics (57:2 Spring) 279-308.; Doyle, Michael. “Liberalism and World Politics.” American Political Science Review (December, 1986): 1151-1169; Gleditsch, Nils Petter. “Democracy and Peace.” Journal Of Peace Research 29 (4, 1992): 369-376; Levy, Jack. 1994. “The Democratic Peace Hypothesis: From Description To Explanation.” Mershon International Studies Review (38 October) 352-354; Macmillan, John. 1998. On Liberal Peace: Democracy, War and The International Order. New York, NY: I.B. Tauris Publishers.
[7] Kant Emmanuel, Vers la paix perpétuelle (1796), Paris, Garnier Flammarion, 1993. Επίσης, J.J.Rousseau, στο Jugement du Projet de paix perpétuelle de Monsieur l’Abbé de Saint-Pierre (1756). Στο κλίμα αυτό εγγράφεται η σκέψη πολλών στοχαστών όπως των J.G.Fichte, H. Kelsen, Arnlond Toynbee, Κ.Τσάτσος κλπ. Ο J. Rawls (A Theory of Justice, 1971) συντάσσεται με την ιδέα μιας (ομοσπονδιακής ή μη) συνάντησης των κρατών, για να καταλήξει ότι προϋπόθεση της ειρήνης είναι η “φιλελεύθερη δημοκρατία”. Αυτή ακριβώς αποτελεί και την αφετηρία της νομιμοποίησης του πολέμου, ο οποίος τελικά στρέφεται κατά των εχθρών της φιλελεύθερης και δημοκρατικής νομιμότητας. Οι δημοκρατίες, προφανώς, δεν πολεμούν μεταξύ τους, αλλά μόνο κατά των διακηρυγμένων εχθρών τους. Με ανάλογες προσεγγίσεις καταγίνεται επίσης ο J. Habermas (Ο μεταεθνικός αστερισμός, Αθήνα, Πόλις, 2003. Του ιδίου, La paix perpétuelle. Le bicentenaire d’une idée Kantienne. Paris, Les Éditions du Cerf,1996); Kennedy Paul, Preparing for the Twenty-First Century, Clearwater, FL, U.S.A., Random House Inc, 1993.
[8] Από τους΄Ελληνες κλασικούς έως τους νεότερους στοχαστές, στους οποίους εγγράφεται το σύνολο της επιστήμης των Διεθνών Σχέσεων. Η έννοια της ισχύος διαφέρει εάν αντιμετωπίζεται στο πλαίσιο του κράτους/συστήματος ή στις διακρατικές σχέσεις. Η ισχύς στο εσωτερικό του κράτους/συστήματος καθώς τοποθετείται σε ένα κανονιστικό περιβάλλον προσομοιάζει με την επιρροή. Το κράτος διεκδικεί για τον εαυτό του το μονοπώλιο της βίας. Από την άλλη, η ισχύς και η δύναμη δεν ταυτίζονται οπωσδήποτε με τον πόλεμο. Ο πόλεμος είναι ο τρόπος της βίαιης αντίθεσης, δηλαδή της δια των όπλων αντιπαράθεσης και επιβολής της βούλησης τρίτου τινός. Για την έννοια της δύναμης περισσότερα στους H. Arent (On Violence. Harvest Books, New York: Harcourt, Brace and World, 1970), R.Aron, op.cit.; Bertrand de Juvenel (Power: The Natural History of its Growth, London, 1945).
[9] Περισσότερα για την κοσμοσυστημική γνωσιολογία στο Γ.Κοντογιώργης, “Προλεγόμενα για μια κοσμοσυστημική θεώρηση του ιστορικού γίγνεσθαι”, στο Δημ. Κούτρας (επιμ.), Φιλοσοφία της ιστορίας και του πολιτισμού, Αθληνα, (2002), 2004. Επίσης του ιδίου, Το ελληνικό κοσμοσύστημα,τ. Α΄ Η κρατοκεντρική περίοδος της πόλης, Αθήνα, Σιδέρης, 2006, σελ. 17-66.
[10] Περισσότερα στο Γ. Κοντογιώργης, όπ.παρ., σελ. 203 επ., 279 επ.
[11] Η ελευθερία, όπως την αντιμετωπίζουμε εδώ, δεν είναι αυτοφυής ούτε συμφυής με τον άνθρωπο. Υπάρχει και αναπτύσσεται υπό την επήρεια των παραμέτρων που υποστασιοποιούν το ανθρωποκεντρικό κοσμοσύστημα. Οι κοινωνίες της δεσποτείας υποβάλλονται σε ένα ιδιοκτησιακό καθεστώς και επομένως δεν είναι ελεύθερες.
[12] Βλέπε σχετικά όπ.παρ., σελ. 449 επ.464 επ.
[13] Όπ.παρ.
[14] Της εποχής των πόλεων κρατών, από τους κρητομηκυναϊκούς χρόνους έως τον 4ο αιώνα για τον μητροπολιτικό ελληνικό χώρο και την ανατολική παρειά του και έως τη ρωμαϊκή πολιτική κυριαρχία για την ελληνική δύση.
[15] Για την αιτιολογική βάση της διαδικασίας που οδήγησε στη μετάβαση από τον κρατοκεντρισμό στην οικουμένη βλέπε Γ.Κοντογιώργης, Το ελληνικό κοσμοσύστημα, όπ.παρ., σελ. 449 επ.
[16] Όπως το σημερινό ή εκείνο της πόλης του Δράκοντα και του Σόλωνα.
[17] Για τα στάδια αυτά που ανάγονται στην εμπέδωση της ελευθερίας, πέραν του ατομικού, στο κοινωνικό και στο πολιτικό πεδίο, βλέπε τις μελέτες μας, Το ελληνικό κοσμοσύστημα, όπ.παρ., και Η δημοκρατία ως ελευθερία. Δημοκρατία και αντιπροσώπευση, Αθήνα, Πατάκης, 2007. Επίσης, του ιδίου, “Democracy and Representation. The question of freedom and the typology of politics “,In E.Venizelos, A.Pantelis(eds.), Civilization and Public Law, London, 2005, pp. 79 –92, και μια γαλλική εκδοχή του στο D.Damamme (ed.), La démocratie en Europe, L’Harmattan, Paris, 2004 (« La démocratie comme liberté »).
[18] Επισημαίνεται ότι η σύνδεση της δύναμης και του πολέμου με τον καταναγκασμό και την αποστέρηση της ελευθερίας δεν αφορά γενικώς την εν γένει λειτουργίας τους. Η υπεράσπιση της ελευθερίας αποτελεί την άλλη διάσταση που εγγράφεται επίσης στη λειτουργία της δύναμης και του πολέμου. Η διάσταση όμως αυτή αφορά στο σκοπό της και όχι στον χαρακτήρα τους αυτόν καθεαυτόν. Βλέπε σχετικά, Κανδύλης, όπ.παρ.
[19] Το ερώτημα εάν το Διεθνές Δίκαιο οφείλει να νομιμοποιεί και να ρυθμίζει τον πόλεμο ή να τον θέσει εκτός νόμου έχει προφανώς μόνο ρητορική αξία, αλλά και ιστορικό βάθος. (R.Aron, op.cit., Grotius Hugo, Le droit de la guerre et de la paix, Caen, Presses de l’Université de Caen, 1984). Σε κάθε περίπτωση, είναι φύσει εξωπραγματικό ως μη συνάδον με την κρατοκεντρική συγκρότηση του κόσμου.
[20] Το ζήτημα της ισορροπίας των δυνάμεων αποτέλεσε σταθερά το σημείο της προσοχής καθώς θεωρήθηκε ως το κατεξοχήν μέσον που θα απέτρεπε τον πόλεμο. Ο David Hume στο δοκίμιό του On the Balance of Power διαπιστώνει ήδη ότι στη λογική αυτή στηρίχθηκε η προβληματική για τον πόλεμο και την ειρήνη κατά την κρατοκεντρική περίοδο της πόλης. Στην κατεύθυνση αυτή θα κινηθεί, για παράδειγμα, ο Ιέρων των Συρακουσών με το επιχείρημα ότι “η συγκέντρωση σε μια και μόνη χώρα δυσανάλογα μεγάλης ισχύος καθιστά τους γείτονες απολύτως ανίκανους να υποστηρίξουν τα δίκαιά τους”. Από την πλευρά του ο R.Aron θα διακρίνει την “ειρήνη δια του δικαίου” και την “ειρήνη δια της αυτοκρατορίας”, κινούμενος ωστόσο στο ίδιο πραγματολογικό πλαίσιο της κρατοκεντρικής δικαιοταξίας (op.cit.). Επίσης Κορνήλιος Καστοριάδης, Μπροστά στον πόλεμο, Αθήνα, χχ. Παρόλ’αυτά ο Θουκυδίδης μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ο θεωρητικός της ισορροπίας των δυνάμεων βάσει της οποίας θα κατοχυρωθεί περισσότερο η ειρήνη στον κρατοκεντρισμό.
[21] Για τα ζητήματα αυτά καθώς και για την μορφολογία της πολιτειότητας που εισάγει η κοσμοσυστημική γνωσιολογία, βλέπε Γ.Κοντογιώργης, Πολίτης και πόλις. Έννοια και τυπολογία της πολιτειότητας, Αθήνα, Παπαζήσης, 2003. Επίσης, του ιδίου, “Le citoyen dans la cité», B.Badie, P.Perrineau (ed.), Le citoyen, Paris, Les presses de sciences po., 2000.
[22] Για το ζήτημα αυτό παραπέμπουμε στη σχετική βιβλιογραφία, στην υποσημείωση 5. Συμφωνείται γενικώς ότι “η εξωτερική πολιτική μεταβάλλεται μαζί με την αλλαγή του καθεστώτος”, ότι δηλαδή η “εξωτερική δράση των κρατών επηρεάζεται από την ιδεολογία και την κοινωνική οργάνωση” (R.Aron, όπ.παρ.). Συνομολογείται όμως ότι η διαβεβαίωση αυτή οφείλει να επαληθεύεται κάθε φορά ως προς την βαθμό της ακολουθίας της, δεδομένου ότι συντρέχουν και άλλοι λόγοι που καθορίζουν τις σταθερές της εξωτερικής πολιτικής των κρατών.
[23] Για το ζήτημα αυτό βλέπε, Γ. Κοντογιώργης, Η δημοκρατία ως ελευθερία, όπ.παρ.
[24] Όπ.παρ. Η νεοτερικότητα διδάσκει εν προκειμένω ότι πέτυχε το ακατόρθωτο: να “εφεύρει” ένα πολιτικό σύστημα που συστεγάζει δυο φύσει ασύμβατα μεταξύ τους πολιτικά συστήματα (την αντιπροσώπευση και τη δημοκρατία), τη στιγμή που δεν είναι ούτε αντιπροσωπευτικό ούτε πολλώ μάλλον δημοκρατικό.
[25] Μια ξεχωριστή ως προς τις προεκτάσεις της επιχειρηματολογία στο ζήτημα αυτό αναπτύσσεται στο έργο μας, La théorie des révolutions chez Aristote, Παρίσι, LGDJ, (1975), 1978 (Η θεωρία των επαναστάσεων στον Αριστοτέλη, ελλ.μτφ. Αθήνα, Λιβάνης, 1982).
[26] G.Contogeorgis, “Bonne gouvernance et democratie”, in F. Maron, I.Horga, R. de la Bross (dir.), Madia and the Good Governance Facing the Challenge of the E.U. Enlergement, Bruxelles, International Intstitute of Administrative Sciences, 2005, σελ. 11-26.
[27] Βλέπε τα έργα μας, “État, marché et société. La question de l’équilibre dans la relation entre société et politique», in Eurolimes, 8/2009, σελ. 129-139 και 12/2008. Οι νέοι, η ελευθερία και το κράτος, Αθήνα, Ιανός, 2009.
[28] Για τη διαλεκτική της σχέσης μεταξύ δημοκρατίας και διακρατικής βίας στο περιβάλλον της κρατοκεντρικής περιόδου του ελληνικού κοσμοσυστήματος, βλέπε τη μελέτη μας, Το ελληνικό κοσμοσύστημα, όπ.παρ.